Λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος

Οι οξείες λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος οι οποίες αποδίδονται είτε σε κάποιο βακτηριακό παθογόνο παράγοντα είτε σε ιογενή λοίμωξη είναι υπεύθυνες για τον θάνατο 4,5 εκατομυρίων ανθρώπων παγκοσμίως, και βρίσκονται στην 3η θέση πρόκλησης θανάτου μετά τις καρδιοπάθειες και το εγκεφαλικό. Εκτός του ηλικιακού παράγοντα – τα παιδιά σχολικής και προσχολικής ηλικίας καθώς και οι ηλικιωμένοι είναι οι πιο ευάλωτοι σε αναπνευστικές λοιμώξεις- διάφοροι προδιαθεσικοί παράγοντες έχουν εντοπιστεί όπως αλλεργία, άσθμα, σακχαρώδης διαβήτης, καρδιοπάθεια, πνευμονοπάθεια, κάπνισμα και άλλα. Ειδικότερα, έχει παρατηρηθεί ότι σε ηλικίες μικρότερες του ενός έτους και μεγαλύτερες των 65 ετών μπορεί να προκληθούν δευτερογενείς επιπλοκές κατόπιν εμφάνισης των συμπτωμάτων γριπώδους συνδρομής, αν και συνήθως οι λοιμώξεις αυτές είναι αυτοπεριοριζόμενες και εντοπίζονται κυρίως στο ανώτερο αναπνευστικό σύστημα.

Πηγή εικόνας: https://utswmed.org/medblog/lifecycle-of-a-coronavirus/

Αναλογιζόμενοι ότι ένα παιδί κατά μέσο όρο μπορεί να εμφανίσει 10-14 επεισόδια γριπώδους συνδρομής το χρόνο και ένας ενήλικας περίπου 6-8, γίνεται αντιληπτό ότι οι λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος οι οποίες χωρίζονται σε ανώτερου και κατώτερου αναπνευστικού συστήματος είναι οι πλέον συχνές στη ζωή κάθε ανθρώπου.

Η λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος, γνωστό και ως κοινό κρυολόγημα, εκδηλώνεται συνήθως με χαμηλό πυρετό (κάτω από 38°C), συνάχι, βήχα, πονόλαιμο, κεφαλαλγία και επιπεφυκίτιδα. Προκαλείται από περισσότερα από 200 είδη ιών, κάποια από τα οποία αναφέρονται πιο κάτω, γεγονός που εξηγεί και τη συχνότητά του. Ο ιός της γρίπης που εμφανίζει παγκόσμια κατανομή, μπορεί αρχικά να εκδηλωθεί είτε ως κοινό κρυολόγημα που εξελίσσεται σε πνευμονία, είτε ως πνευμονία από την έναρξή της.

Ο ιός της γρίπης είναι ο κυριότερος παθογόνος παράγοντας ο οποίος ευθύνεται για την πλειοψηφία των λοιμώξεων του αναπνευστικού συστήματος κυρίως τους μήνες κορύφωσης Ιανουάριο-Μάρτιο. Η αύξηση της νοσηρότητας και θνησιμότητας που προκαλεί η εποχική γρίπη ποικίλει από χρονιά σε χρονιά, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του ιού που κυκλοφορεί και με το βαθμό ανοσίας που έχουν σ’ αυτόν οι διάφορες ηλικιακές ομάδες του πληθυσμού. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αναφερθεί το πρόγραμμα επιτήρησης το οποίο πραγματοποιείται από το Εθνικό Κέντρο Αναφοράς Γρίπης Νοτίου Ελλάδος στο ΔΤ του ΕΙΠ σε συνεργασία με τον ΕΟΔΥ με σκοπό την αποτύπωση της δραστηριότητας της γρίπης στον ελληνικό πληθυσμό. Άλλοι ιογενείς παράγοντες που οδηγούν σε λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος με παρόμοια συμπτώματα με αυτά της γρίπης είναι οι ρινοϊοί, ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός, οι αδενοϊοί, οι ιοί παραγρίπης, ο μεταπνευμονοϊός και άλλοι. Ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός είναι η κύρια αιτία νοσηλείας παιδιών ηλικίας μικρότερης των 15 ετών και η δεύτερη κατά σειρά αιτία θνητότητας προκαλούμενης από πνευμονία και λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος παγκοσμίως. Ο μεταπνευμονοϊός προκαλεί παρόμοια κλινική εικόνα με τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό, και ευθύνεται για το 4-16% επεισοδίων οξείας αναπνευστικής λοίμωξης σε παγκόσμιο επίπεδο.

Πέραν των ιογενών παραγόντων που προκαλούν λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος, πολύ σημαντικό ρόλο παίζουν και τα βακτηριακά παθογόνα. Η λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος περιλαμβάνει την βρογχίτιδα και την πνευμονία, κλινικές καταστάσεις οι οποίες ευτυχώς είναι σπανιότερες, και οι οποίες κατά κύριο λόγο προκαλούνται από βακτήρια με κύριο εκπρόσωπο τον πνευμονιόκοκκο, μικρόβιο που συνοδεύεται από θνητότητα που μπορεί να υπερβαίνει το 10% των προσβληθέντων από πνευμονία.  Βακτήρια του γένους Streptococcus, του γένους Haemophillus και το βακτήριο Moraxella catarrhalis ενοχοποιούνται για λοιμώξεις του ανώτερου και του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος σε ποσοστό 40-50% με το τελευταίο βακτήριο να εμφανίζεται ιδιαίτερα συχνά στις μικρές ηλικίες. Ο ρόλος του Mycoplasma pneumoniae και Chlamydophila pneumoniae είναι μηδαμινός σε ότι αφορά τις λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος αλλά ευθύνονται σε ένα ποσοστό 5-10% για τις λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος.

Το οπλοστάσιό μας διαθέτει σήμερα πολλά αντιμικροβιακά φάρμακα που παίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στις βακτηριακές λοιμώξεις, σε αντίθεση με τις ιώσεις για τις οποίες δυστυχώς δεν υπάρχουν αντιικά φάρμακα, με εξαίρεση αυτά που στοχεύουν στον πολλαπλασιασμό του ιού της γρίπης. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι πολλές αναπνευστικές λοιμώξεις μένουν αδιάγνωστες ή συνοδεύουνται από εμπειρική κλινική διάγνωση χωρίς συνοδή εργαστηριακή επιβέβαιωση, κάνει ακόμα πιο σημαντική την εργαστηριακή διάγνωση μιας αναπνευστικής λοίμωξης. Με την εργαστηριακή διάγνωση  μπορεί να επιτευχθεί ο έγκαιρος περιορισμός της μετάδοσης της νόσου, ο περιορισμός όσο αυτό είναι εφικτό της αλόγιστης χρήσης των αντιβιοτικών αλλά και η ακριβέστερη πρόγνωση ώστε να αποφευχθούν εν συνεχεία δευτερογενείς επιπλοκές.Μοριακή Συνδρομική Διάγνωση Λοιμώξεων του Αναπνευστικού συστήματος που διενεργείται στο Διαγνωστικό Τμήμα του ΕΙΠ

ΙοιΒακτήρια
Αναπνευστικός  συγκυτιακός ιόςΤύποι (Α+Β)Μυκόπλασμα πνευμονίας
Ιός ΠαραγρίπηςΤύπος 1Haemophilus influenzae
Τύπος 2Streptococcus pneumoniae
Τύπος 3Legionella pneumophila
Τύπος 4Bordetella pertussis
ΡινοϊόςBordetella parapertussis
Μεταπνευμονοϊός Α & ΒChlamydophila pneumoniae
Ιός ΜπόκαMycobacterium sp.
Ιός Κορόνα229 ΕTropheryma whipplei
NL63Pseudomonas aeruginosa
HKU1 
OC43 
Sars Cov2 
Ιός Παρέκο 
Εντεροϊός 
Αδενοϊός