Αποτελεσματικότητα φυτικών και θαλάσσιων ουσιών για την πρόληψη και θεραπεία των παρασιτώσεων από Microcotyle spp, Myxosporea και της μυξοβακτηριδίασης στην εκτρεφόμενη τσιπούρα (Sparus aurata  L.).

Ακρωνύμιο: AltMedSea- bream, Κωδικός έργου: T6YΒΠ-00246

Οι κυριότερες παρασιτικές ασθένειες που παρατηρούνται στη μεσογειακή ιχθυοκαλλιέργεια οφείλονται σε Μυξοσπορίδια και αρθρόποδα, ενώ οι κυριότερες βακτηριακές ασθένειες σε Μυξoβακτήρια των γενών Flavobacterium και Tenacibaculum, καθώς και βακτήρια του γένους Listonellaspp. και Photobacteriumpiscicida. Αποτελεσματική αντιπαρασιτική θεραπεία δεν υπάρχει μέχρι στιγμής και οι εκτροφείς περιορίζονται στη χρήση χημικών μέσων που είναι επικίνδυνα τόσο για το ζωικό κεφάλαιο, όσο για το περιβάλλον και τους χειριστές. Η θεραπεία των Μυξοβακτηρίων αποτελεί, επίσης, πρόβλημα, καθόσον τα είδη αυτά χρειάζονται ειδικά υποστρώματα ανάπτυξης και εξειδικευμένη γνώση, με αποτέλεσμα να μην γίνονται αντιβιογράμματα και η θεραπεία να γίνεται εμπειρικά με ευρέως φάσματος αντιβιοτικά με κίνδυνο τη δημιουργία αντοχής. Ως εκ τούτου είναι ζωτικής σημασίας η εύρεση φιλικών προς το περιβάλλον ουσιών που μπορούν να χορηγηθούν μέσω της τροφής.

Σκοπός της Πράξης AltMedSea-bream ήταν η μελέτη της πρόληψης ή/και θεραπείας τριών σοβαρών ασθενειών της τσιπούρας που προκαλούν θνησιμότητες στην εκτροφή της, με φυσικά εκχυλίσματα χερσαίων ή/και θαλάσσιων ουσιών. Οι ουσίες που προτάθηκαν έχουν μεν χρησιμοποιηθεί σαν συμπληρώματα διατροφής είτε για την ενίσχυση της ανοσολογικής ετοιμότητας, είτε για τη βελτίωση της ανάπτυξης των ψαριών, δεν έχουν όμως μελετηθεί για την πρόληψη ή/και τη θεραπεία συγκεκριμένων ασθενειών της τσιπούρας.

Αποτελέσματα: Το ΕΙΠ συμμετείχε στην υλοποίηση των ΕΕ4, ΕΕ7 και ΕΕ9. Έτσι στο πλαίσιο της ΕΕ4 σχεδιάστηκαν και αξιολογήθηκαν in silico δέκα (10) ζεύγη εκκινητών για τον έλεγχο της έκφρασης των γονιδίων που ρυθμίζουν την παραγωγή των αντι-οξειδωτικών πρωτεϊνών SOD1 και GPx, των κυτταροκινών IL-1β, IL-10, TGFb, και TNFa, του αντιμικροβιακού πεπτιδίου της εψιδίνης, της πρωτεΐνη θερμικού σοκ GRP75 καθώς και των γονιδίων ακτίνης και RSP18 ως γονίδια αναφοράς. Αναπτύχθηκαν αντίστοιχες RT-qPCR και προτυποποιήθηκαν με τη χρήση εκχυλισμάτων RNA που απομονώθηκαν από ιστικά τεμάχια ανοσολογικών οργάνων ιχθυδίων τσιπούρας που ανοσοποιήθηκαν με βακτηριακό λιποπολυσακχαρίτη.  

Στο πλαίσιο της ΕΕ7 στους ανοσολογικούς ιστούς ιχθύων S. aurata που διετράφησαν για δύο μήνες με πειραματικό σιτηρέσιο εμπλουτισμένο με 0,25 και 0,5% w/w αιθέριο έλαιο των φυτών Thymus vulgaris και Artemisisa arborescens έγινε προσδιορισμός των γονιδιακής έκφρασης των SOD1, GPx, IL-1β, IL-10, TGFb, TNFa, Hepcidin και GRP75. Στη βλέννα και τον ορό των ιδίων ιχθύων προσδιορίστηκαν τα επίπεδα των ολικών πρωτεϊνών, ΝΟ, λυσοζύμης, ΜΡΟ, C3, ενεργότητας πρωτεασών/ αντιπρωτεασών, IgM, CYP1A1, MT, γλυκόζης και ALP. Ως ομάδα ελέγχου χρησιμοποιήθηκαν ιχθύες που διετράφησαν με εμπορικό σιτηρέσιο. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τόσο οι διαλυτοί παράγοντες του ορού και της βλέννας των ιχθύων των πειραματικών ομάδων, όσο και η έκφραση γονιδίων των αναλυόμενων ιστών υπέδειξαν ότι η χρήση των φυτικών εκχυλισμάτων δεν είναι τοξική για τους ιχθείς, ενώ μερικοί από τους δείκτες που αναλύθηκαν εμφανίζονται διαφοροποιημένοι στη συγκέντρωση 0,5% και για τα δύο εκχυλίσματα. Ως εκ τούτου, ο πειραματισμός πεδίου προτάθηκε να γίνει με τη χαμηλότερη συγκέντρωση των ουσιών.

Στο πλαίσιο της ΕΕ7 στους ανοσολογικούς ιστούς ιχθύων S. aurata που διετράφησαν για τρεις μήνες με πειραματικό σιτηρέσιο εμπλουτισμένο με 0,25 w/w αιθέριο έλαιο των φυτών Thymus vulgaris και Artemisisa arborescens έγινε προσδιορισμός των γονιδιακής έκφρασης των SOD1, GPx, IL-1β, IL-10, TGFb, TNFa, Hepcidin και GRP75. Στη βλέννα και τον ορό των ιδίων ιχθύων προσδιορίστηκαν τα επίπεδα των ολικών πρωτεϊνών, ΝΟ, λυσοζύμης, ΜΡΟ, C3, ενεργότητας πρωτεασών/ αντιπρωτεασών, IgM, CYP1A1, MT, γλυκόζης και ALP. Ως ομάδα ελέγχου χρησιμοποιήθηκαν ιχθύες που διετράφησαν με εμπορικό σιτηρέσιο. Διαπιστώθηκε ότι η χρήση των φυτικών εκχυλισμάτων δεν προκάλεσε αρνητική επίδραση στη φυσιολογία και την ανοσολογική κατάσταση των ιχθύων. Δεν διαπιστώθηκε απόκλιση στους βιοδείκτες ορού και βλέννας, γεγονός που αντανακλά καλή ανοχή κει έλλειψη επιμολύνσεων. Διαπιστώθηκε μείωση στους βιοδείκτες ορού – αντιπρωτεάσες, CYP1A1, γλυκόζη -  από τις αντίστοιχες τιμές των ιχθύων που διετράφησαν με την τροφή εμπορίου, γεγονός που δείχνει καλύτερη ενεργειακή κατάσταση των ιχθύων, καθώς και έλλειψη φλεγμονής. Διαπιστώθηκε ουδέτερη επίδραση ή μικρού βαθμού υποέκφραση στα γονίδια των κυτταροκινών IL-1β, IL-10, TGFβ, TNFα, καθώς και των μεταγραφικών παραγόντων SOD1, GPx1, Hep, GRP75, γεγονός που επιβεβαιώνει τη φυσιολογική κατάσταση των ιχθύων και την απουσία μικροβιακών προκλήσεων βακτηριακής ή παρασιτικής αιτιολογίας. 

Οφέλη: Τα αιθέρια έλαια των Thymus vulgaris και Artemisisa arborescens που προτείνεται να ενσωματώνονται στο σιτηρέσιο των ιχθύων προέρχονται από το οπλοστάσιο της φύσης, ο τρόπος χορήγησης είναι φιλικός προς το περιβάλλον, τους χειριστές και το ζωικό κεφάλαιο. Τα αποτελέσματα της Πράξης συμβάλουν στη δυνατότητα σχεδιασμού πρωτοποριακών προληπτικών ή/και θεραπευτικών προσεγγίσεων που μπορούν να οδηγήσουν στη μείωση απωλειών και τη βελτίωση του τελικού προϊόντος, με άμεση εφαρμογή από την εταιρεία της σύμπραξης, ενώ μέρος αυτών έχει ανακοινωθεί σε επιστημονικά συνέδρια και ημερίδες για την ενημέρωση του κλάδου.

Epanek